Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

εἰσοικειόω
εἰσοικέω
εἰσοίκησις
εἰσοικίζω
εἰσοικοδομέω
εἰσοιστέος
εἰσοιχνέω
εἰσόκε
εἰσοπίσω
εἴσοπτος
εἰσοπτρίς
εἴσοπτρον
εἰσοράω
εἰσορμάω
εἰσορμίζω
ἔϊσος
εἰσότε
εἰσοχή
εἴσοψις
εἰσπαίω
εἰσπέμπω
View word page
εἰσοπτρίς
εἰσοπτρίς εἰσοπτρίς, ίδος = εἴσοπτρον, Anth.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εἰσοπτρίς
Headword (normalized):
εἰσοπτρίς
Headword (normalized/stripped):
εισοπτρις
IDX:
9862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9865
Key:
ei)soptri/s

Data

{'content': 'εἰσοπτρίς\n εἰσοπτρίς, ίδος\n = εἴσοπτρον, Anth.', 'key': 'ei)soptri/s'}