Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστρόγγυλος
ὑποστροφάς
ὑποστροφή
ὑπόστροφος
ὑποστροφώδης
ὑπόστρυφνος
ὑπόστρωμα
ὑποστρώμνιος
ὑπόστρωσις
ὑποστρωτέον
ὑποστύλιον
ὑποστυλισμός
ὑποστυλόομαι
ὑπόστυλος
ὑποστύλωμα
ὑποστύφω
ὑπόστυψις
ὑποσύγγραφος
ὑποσυγκόπτω
View word page
ὑπόστρωσις
flooring

ShortDef

flooring

Debugging

Headword:
ὑπόστρωσις
Headword (normalized):
ὑπόστρωσις
Headword (normalized/stripped):
υποστρωσις
IDX:
92568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92569
Key:

Data

{'content': 'flooring'}