Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποστρατεύομαι
ὑποστρατεύω
ὑποστρατηγέω
ὑποστράτηγος
ὑποστρατοφύλαξ
ὑποστρεπτέον
ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστρόγγυλος
ὑποστροφάς
ὑποστροφή
ὑπόστροφος
ὑποστροφώδης
ὑπόστρυφνος
ὑπόστρωμα
ὑποστρώμνιος
ὑπόστρωσις
ὑποστρωτέον
ὑποστύλιον
ὑποστυλισμός
ὑποστυλόομαι
View word page
ὑποστροφή
a turning about, wheeling round
ShortDef
a turning about, wheeling round
Debugging
Headword:
ὑποστροφή
Headword (normalized):
ὑποστροφή
Headword (normalized/stripped):
υποστροφη
IDX:
92562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92563
Key:
Data
{'content': 'a turning about, wheeling round'}