Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποστραβαινίζω
ὑπόστραβος
ὑποστρατεύομαι
ὑποστρατεύω
ὑποστρατηγέω
ὑποστράτηγος
ὑποστρατοφύλαξ
ὑποστρεπτέον
ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστρόγγυλος
ὑποστροφάς
ὑποστροφή
ὑπόστροφος
ὑποστροφώδης
ὑπόστρυφνος
ὑπόστρωμα
ὑποστρώμνιος
ὑπόστρωσις
ὑποστρωτέον
ὑποστύλιον
View word page
ὑποστρόγγυλος
somewhat round

ShortDef

somewhat round

Debugging

Headword:
ὑποστρόγγυλος
Headword (normalized):
ὑποστρόγγυλος
Headword (normalized/stripped):
υποστρογγυλος
IDX:
92560
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92561
Key:

Data

{'content': 'somewhat round'}