Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποστολίζω
ὑποστολικός
ὑποστόμια
ὑποστορέννυμι
ὑποστόρνυμι
ὑποστοχάζομαι
ὑποστραβαινίζω
ὑπόστραβος
ὑποστρατεύομαι
ὑποστρατεύω
ὑποστρατηγέω
ὑποστράτηγος
ὑποστρατοφύλαξ
ὑποστρεπτέον
ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστρόγγυλος
ὑποστροφάς
ὑποστροφή
ὑπόστροφος
ὑποστροφώδης
View word page
ὑποστρατηγέω
to serve as lieutenant under
ShortDef
to serve as lieutenant under
Debugging
Headword:
ὑποστρατηγέω
Headword (normalized):
ὑποστρατηγέω
Headword (normalized/stripped):
υποστρατηγεω
IDX:
92554
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92555
Key:
Data
{'content': 'to serve as lieutenant under'}