Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλινθοβάψ
πλινθοβολέω
πλινθοβολία
πλινθοβόλος
πλινθοειδής
πλινθόομαι
πλινθοποιέω
πλινθοποιία
πλινθοποιός
πλινθοπωλική
πλίνθος
πλινθουλκέω
πλινθουλκία
πλινθούλκιον
πλινθουλκός
πλινθουργεῖον
πλινθουργέω
πλινθούργιον
πλινθουργός
πλινθοφορέω
πλινθοφόρος
View word page
πλίνθος
a brick

ShortDef

a brick

Debugging

Headword:
πλίνθος
Headword (normalized):
πλίνθος
Headword (normalized/stripped):
πλινθος
IDX:
70676
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70677
Key:

Data

{'content': 'a brick'}