Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ταναγρικός
ταναήκης
ταναίμυκος
ταναόδειρος
ταναός
ταναύπους
ταναῶπις
τανηλεγής
Τάνις
τᾶν
Ταντάλειος
Τανταλίδης
Τανταλίς
τανταλόομαι
Τάνταλος
τανύγλωσσος
τανυγλώχις
τανύδρομος
τανυέθειρα
τανυήκης
τανυῆλιξ
View word page
Ταντάλειος
Ταντάλειος Ταντάλειος, α, ον of or belonging to Tantalus, Eur.

ShortDef

of or belonging to Tantalus

Debugging

Headword:
Ταντάλειος
Headword (normalized):
ταντάλειος
Headword (normalized/stripped):
τανταλειος
IDX:
32083
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32120
Key:
*tanta/leios

Data

{'content': 'Ταντάλειος\n Ταντάλειος, α, ον\n of or belonging to Tantalus, Eur.', 'key': '*tanta/leios'}