Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ταμιεῖον
ταμίευμα
ταμιευτικός
ταμιεύω
τάμισος
Ταναγραϊκή
Ταναγραῖος
Τάναγρα
Ταναγρικός
ταναήκης
ταναίμυκος
ταναόδειρος
ταναός
ταναύπους
ταναῶπις
τανηλεγής
Τάνις
τᾶν
Ταντάλειος
Τανταλίδης
Τανταλίς
View word page
ταναίμυκος
ταναίμυκος τᾰναί-μῡκος, ον, far-bellowing, Anth.
ShortDef
far-bellowing
Debugging
Headword:
ταναίμυκος
Headword (normalized):
ταναίμυκος
Headword (normalized/stripped):
ταναιμυκος
IDX:
32075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32112
Key:
tanai/mukos
Data
{'content': 'ταναίμυκος\n τᾰναί-μῡκος, ον,\n far-bellowing, Anth.', 'key': 'tanai/mukos'}