Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἑστία
ἑστίασις
Ἑστιάς
ἑστιάτωρ
ἑστιάω
ἑστιόομαι
ἑστιοῦχος
ἕστωρ
ἐσφαλμένως
ἐσχάρα
ἐσχαρεών
ἐσχάριος
ἐσχαρίς
ἐσχατάω
ἐσχατιά
ἐσχάτιος
ἐσχατόεις
ἔσχατος
ἔσωθεν
ἔσω
ἐσώτατος
View word page
ἐσχαρεών
ἐσχαρεών ἐσχᾰρεών, ῶνος, = ἐσχάρα I, Theocr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐσχαρεών
Headword (normalized):
ἐσχαρεών
Headword (normalized/stripped):
εσχαρεων
IDX:
13322
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n13328
Key:
e)sxarew/n

Data

{'content': 'ἐσχαρεών\n ἐσχᾰρεών, ῶνος,\n = ἐσχάρα I, Theocr.', 'key': 'e)sxarew/n'}