Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Ἐνοσίχθων
ἔνος
ἕνος
ἕνος
ἐνουράνιος
ἐνοχλέω
ἔνοχος
ἐνράπτω
ἐνριγόω
ἐνσείω
ἐνσημαίνω
ἐνσκέλλω
ἐνσκευάζω
ἐνσκήπτω
ἐνσκίμπτω
ἐνσκιρρόω
ἔνσοφος
ἔνσπονδος
ἐνστάζω
ἐνσταλάζω
ἔνστασις
View word page
ἐνσημαίνω
ἐνσημαίνω fut. -ανέω Mid. to intimate, Xen.
ShortDef
contain a signification, imply
Debugging
Headword:
ἐνσημαίνω
Headword (normalized):
ἐνσημαίνω
Headword (normalized/stripped):
ενσημαινω
IDX:
11178
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n11181
Key:
e)nshmai/nomai
Data
{'content': 'ἐνσημαίνω\n fut. -ανέω\n Mid. to intimate, Xen.', 'key': 'e)nshmai/nomai'}