μεταμέλεια NOUN

Count: 81

ShortDef

change of purpose, regret, repentance

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μεταμέλεια)
LSJ (μεταμέλεια)
Lexicon Thucydideum (μεταμέλεια)
Middle Liddell (μεταμέλεια)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

Μεταμέλεια (NOUN) 1

Form List

form parse count
μεταμέλεια NOM.SG FEM 20
μεταμέλειά NOM.SG FEM 2
μεταμέλειαν ACC.SG FEM 20
μεταμελείας GEN.SG FEM 23
μεταμελείᾳ DAT.SG FEM 9
μεταμέλειαι NOM.PL FEM 1
μεταμελείας ACC.PL FEM 5
μεταμελειῶν GEN.PL FEM 1