διάμετρος NOUN

Count: 15

ShortDef

No short def.

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (διάμετρος)
LSJ (διάμετρος)
Short Defs (διάμετρος)
Middle Liddell (διάμετρος)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

διάμετρος (NOUN) 2,946
διάμετρος (ADJ) 582
διάμετρος (VERB) 5

Feminine

 SGDUPLTOTAL
NOM 14
ACC 1
GEN
DAT
VOC
TOTAL 14 [] 1  

Form List

form parse count
διάμετρος NOM.SG FEM 13
Διάμετρος NOM.SG FEM 1
διάμετρος ACC.PL FEM 1