συμμορίτης NOUN

Count: 5

ShortDef

member of a συμμορία

Dictionaries

LSJ (συμμορίτης)

Masculine

 SGDUPLTOTAL
NOM 3
ACC 1
GEN 1
DAT
VOC
TOTAL 1 4  

Form List

form parse count
συμμορίτης NOM.SG MASC 1
συμμορῖται NOM.PL MASC 2
συμμορίτας ACC.PL MASC 1
συμμοριτῶν GEN.PL MASC 1