διακριτικός ADJ

Count: 55

ShortDef

piercing, penetrating

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (διακριτικός)
LSJ (διακριτικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

διακριτικός (ADV) 1

Form List

form parse count
διακριτικός NOM.SG MASC 1
διακριτικὸς NOM.SG MASC 1
διακριτικὸν ACC.SG MASC 1
διακριτικοὺς ACC.PL MASC 3
διακριτική NOM.SG FEM 5
διακριτικὴ NOM.SG FEM 5
διακριτικὴν ACC.SG FEM 3
διακριτικήν ACC.SG FEM 1
διακριτικῆς GEN.SG FEM 7
διακριτικῇ DAT.SG FEM 1
διακριτικαί NOM.PL FEM 1
διακριτικὸν NOM.SG NEUT 13
διακριτικόν NOM.SG NEUT 1
διακριτικὸν ACC.SG NEUT 4
διακριτικόν ACC.SG NEUT 2
διακριτικῷ DAT.SG NEUT 1
διακριτικὰ NOM.PL NEUT 2
διακριτικά NOM.PL NEUT 1
διακριτικὰ ACC.PL NEUT 1
διακριτικοῖς DAT.PL NEUT 1