μισοπόνηρος VERB
Count: 1
ShortDef
hating knaves
Dictionaries
LSJ (μισοπόνηρος)
Middle Liddell (μισοπόνηρος)
Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)
μισοπόνηρος
(ADJ)
64
μισοπόνηρος
(ADV)
6
μισοπόνηρος
(NOUN)
15
Form List
| form | parse | count |
|---|---|---|
| μισοπονηρῶν | PRES ACT NOM.SG MASC PTCP | 1 |