εἰσηγητής NOUN

Count: 43

ShortDef

one who brings in, a mover, author

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (εἰσηγητής)
LSJ (εἰσηγητής)
Lexicon Thucydideum (εἰσηγητής)
Middle Liddell (εἰσηγητής)

Form List

form parse count
εἰσηγητὴς NOM.SG MASC 14
εἰσηγητής NOM.SG MASC 4
ἐσηγητὴς NOM.SG MASC 2
εἰσηγητὴν ACC.SG MASC 9
εἰσηγητήν ACC.SG MASC 2
εἰσηγηταὶ NOM.PL MASC 2
ἐσηγηταὶ NOM.PL MASC 1
εἰσηγητὰς ACC.PL MASC 6
εἰσηγητάς ACC.PL MASC 2
ἐσηγητὰς ACC.PL MASC 1