σύνδεσμος NOUN

Count: 1,144

ShortDef

a bond of union, bond, fastening

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (σύνδεσμος)
LSJ (σύνδεσμος)
Lexicon Thucydideum (σύνδεσμος)
Middle Liddell (σύνδεσμος)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

Σύνδεσμος (NOUN) 5
συνδεσμός (NOUN) 1

Form List

form parse count
σύνδεσμος NOM.SG MASC 207
σύνδεσμός NOM.SG MASC 17
ξύνδεσμος NOM.SG MASC 3
ξύνδεσμός NOM.SG MASC 1
σύνδεσμον ACC.SG MASC 167
σύνδεσμόν ACC.SG MASC 10
συνδέσμου GEN.SG MASC 185
συνδέσμῳ DAT.SG MASC 58
συνδέσμω NOM.DU MASC 1
σύνδεσμοι NOM.PL MASC 115
σύνδεσμοί NOM.PL MASC 7
ξύνδεσμοι NOM.PL MASC 3
συνδέσμους ACC.PL MASC 120
ξυνδέσμους ACC.PL MASC 2
συνδέσμων GEN.PL MASC 171
συνδέσμοις DAT.PL MASC 39
σύνδεσμ’ NOM.PL NEUT 1
σύνδεσμα ACC.PL NEUT 2
συνδέσμων GEN.PL NEUT 16
συνδέσμοις DAT.PL NEUT 18
συνδέσμοισιν DAT.PL NEUT 1