μαχαιροποιός ADJ

Count: 6

ShortDef

a cutler

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μαχαιροποιός)
LSJ (μαχαιροποιός)
Middle Liddell (μαχαιροποιός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

μαχαιροποιός (NOUN) 4
μαχαιροποιός (VERB) 1

Form List

form parse count
μαχαιροποιός NOM.SG MASC 1
μαχαιροποιόϲ NOM.SG MASC 1
μαχαιροποιὸν ACC.SG MASC 1
μαχαιροποιόν ACC.SG MASC 1
μαχαιροποιοῦ GEN.SG MASC 1
μαχαιροποιοὺς ACC.PL MASC 1