κωνοειδής ADJ

Count: 194

ShortDef

conical

Dictionaries

LSJ (κωνοειδής)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

κωνοειδής (ADV) 5
Κωνοειδής (ADJ) 1

Form List

form parse count
κωνοειδὴς NOM.SG MASC 2
κωνοειδής NOM.SG MASC 1
κωνοειδῆ ACC.SG MASC 3
κωνοειδέος GEN.SG MASC 9
κωνοειδοῦς GEN.SG MASC 1
κωνοειδεῖς NOM.PL MASC 1
κωνοειδής NOM.SG FEM 4
κωνοειδὴς NOM.SG FEM 4
κωνοειδῆ ACC.SG FEM 5
κωνοειδὲς NOM.SG NEUT 17
κωνοειδές NOM.SG NEUT 3
κωνοειδὲς ACC.SG NEUT 12
κωνοειδές ACC.SG NEUT 8
κωνοειδέος GEN.SG NEUT 91
κωνοειδοῦς GEN.SG NEUT 8
κωνοειδεῖ DAT.SG NEUT 9
κωνοειδῆ NOM.PL NEUT 1
κωνοειδέα NOM.PL NEUT 1
κωνοειδῆ ACC.PL NEUT 2
κωνοειδέα ACC.PL NEUT 1
κωνοειδέων GEN.PL NEUT 8
κωνοειδῶν GEN.PL NEUT 2
κωνοειδέσιν DAT.PL NEUT 1