μονοειδής ADJ

Count: 67

ShortDef

of one form

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μονοειδής)
LSJ (μονοειδής)
Middle Liddell (μονοειδής)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

μονοειδής (ADV) 2

Form List

form parse count
μονοειδὴς NOM.SG MASC 3
μονοειδής NOM.SG MASC 1
μονοειδῆ ACC.SG MASC 2
μονοειδοῦς GEN.SG MASC 1
μονοειδεῖ DAT.SG MASC 1
μονοειδεῖς NOM.PL MASC 1
μονοειδὴς NOM.SG FEM 5
μονοειδής NOM.SG FEM 4
μονοειδῆ ACC.SG FEM 8
μονοειδοῦς GEN.SG FEM 7
μονοειδεῖς NOM.PL FEM 1
μονοειδεῖς ACC.PL FEM 2
μονοειδῶν GEN.PL FEM 1
μονοειδέσι DAT.PL FEM 1
μονοειδὲς NOM.SG NEUT 9
μονοειδές NOM.SG NEUT 7
μονοειδὲς ACC.SG NEUT 7
μονοειδές ACC.SG NEUT 2
μονοειδῆ NOM.PL NEUT 2
μονοειδῆ ACC.PL NEUT 1
μονοειδῶν GEN.PL NEUT 1