διδάσκαλος ADV
Count: 3
ShortDef
a teacher, master
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon (διδάσκαλος)
LSJ (διδάσκαλος)
Anabasis Mather (διδάσκαλος)
Lexicon Thucydideum (διδάσκαλος)
Middle Liddell (διδάσκαλος)
Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)
διδάσκαλος
(NOUN)
3,276
διδάσκαλος
(ADJ)
97
διδάσκαλος
(VERB)
33
διδασκαλος
(NOUN)
2
διδάσκαλός
(VERB)
1
Form List
| form | parse | count |
|---|---|---|
| διδασκάλως | INDECL | 3 |