κατάκοπος ADJ

Count: 16

ShortDef

very weary

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (κατάκοπος)
LSJ (κατάκοπος)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

κατάκοπος (NOUN) 6
κατάκοπος (VERB) 1

Form List

form parse count
κατάκοπος NOM.SG MASC 4
κατάκοποϲ NOM.SG MASC 1
κατάϲκοπόϲ NOM.SG MASC 1
κατάκοπον ACC.SG MASC 1
κατάκοπόν ACC.SG MASC 1
κατακόπου GEN.SG MASC 1
κατακόπους ACC.PL MASC 4
κατακόπων GEN.PL MASC 2
κατακόποις DAT.PL MASC 1