ἰτός NOUN
Count: 13
ShortDef
No short def.
Dictionaries
LSJ (ἰτός)
Middle Liddell (ἰτός)
Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)
ιτος
(NOUN)
3
ἰτός
(ADJ)
5
ἶτος
(NOUN)
1
ιτος
(ADJ)
1
ιτος
(PRONOUN)
1
ιτός
(VERB)
1
ἱτός
(PRONOUN)
1
ιτός
(NOUN)
3
ἴτος
(NOUN)
1
ίτος
(ADJ)
1
ῖτος
(NOUN)
1
ιτος
(x-)
1
ιτός
(ADJ)
1
ιτός
(PRONOUN)
1