νεωτεροποιία NOUN

Count: 34

ShortDef

innovation, revolution

Dictionaries

LSJ (νεωτεροποιία)
Lexicon Thucydideum (νεωτεροποιία)
Middle Liddell (νεωτεροποιία)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

νεωτεροποιία (VERB) 2
νεωτεροποιία (ADV) 2
νεωτεροποιία (ADJ) 1
νεωτεροποιία (PTCL) 1

Form List

form parse count
νεωτεροποιία NOM.SG FEM 1
νεωτεροποιίαν ACC.SG FEM 12
victoriam ACC.SG FEM 4
νεωτεροποιίας GEN.SG FEM 7
νεωτεροποιΐας GEN.SG FEM 1
νεωτεροποιῖας GEN.SG FEM 1
νεωτεροποιίαι NOM.PL FEM 1
νεωτεροποιίας ACC.PL FEM 5
νεωτεροποιΐαις DAT.PL FEM 1
νεωτεροποιίαις DAT.PL FEM 1