διαζευκτικός ADJ

Count: 71

ShortDef

disjunctive

Dictionaries

LSJ (διαζευκτικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

διαζευκτικός (NOUN) 1

Form List

form parse count
διαζευκτικὸς NOM.SG MASC 13
διαζευκτικός NOM.SG MASC 10
διαζευκτικὸϲ NOM.SG MASC 9
διαζευκτικόϲ NOM.SG MASC 3
διαζευκτικὸν ACC.SG MASC 6
διαζευκτικούς ACC.PL MASC 3
διαζευκτικοῖς DAT.PL MASC 2
διαζευκτικόν NOM.SG NEUT 4
διαζευκτικὸν NOM.SG NEUT 4
διαζευκτικὸν ACC.SG NEUT 5
διαζευκτικόν ACC.SG NEUT 3
διαζευκτικά NOM.PL NEUT 2
διαζευκτικὰ NOM.PL NEUT 1
διαζευκτικὰ ACC.PL NEUT 1
διαζευκτικῶν GEN.PL NEUT 4
διαζευκτικοῖς DAT.PL NEUT 1