κυβιστητήρ NOUN

Count: 41

ShortDef

a tumbler

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (κυβιστητήρ)
LSJ (κυβιστητήρ)
Cunliffe (Lex Entries) (κυβιστητήρ)
Middle Liddell (κυβιστητήρ)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

κυβιστητήρ (VERB) 1

Form List

form parse count
κυβιϲτητήρ NOM.SG MASC 1
Κυβιϲτητήρ NOM.SG MASC 1
κυβιστητῆρα ACC.SG MASC 2
κυβιστητῆρος GEN.SG MASC 2
κυβιστητῆρι DAT.SG MASC 15
κυβιστητῆρε NOM.DU MASC 6
κυβιστητῆρες NOM.PL MASC 8
κυβιστητῆρε NOM.PL MASC 1
κυβιστητῆρας ACC.PL MASC 3
κυβιστητήρων GEN.PL MASC 1
κυβιστητῆρσιν DAT.PL MASC 1