καμπυλότης NOUN

Count: 41

ShortDef

crookedness, curvature

Dictionaries

LSJ (καμπυλότης)

Form List

form parse count
καμπυλότης NOM.SG FEM 18
καμπυλότητά NOM.SG FEM 2
καμπυλότητα ACC.SG FEM 10
καμπυλότητά ACC.SG FEM 1
καμπυλότητ ACC.SG FEM 1
καμπυλότητος GEN.SG FEM 5
καμπυλότης GEN.SG FEM 1
καμπυλότης DAT.SG FEM 1
καμπυλότητι DAT.SG FEM 1
καμπυλότητας ACC.PL FEM 1