μακροβιότης NOUN

Count: 29

ShortDef

longevity

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μακροβιότης)
LSJ (μακροβιότης)
Middle Liddell (μακροβιότης)

Feminine

 SGDUPLTOTAL
NOM 5
ACC 3
GEN 21
DAT
VOC
TOTAL 29 [] []  

Form List

form parse count
μακροβιότης NOM.SG FEM 5
μακροβιότητα ACC.SG FEM 3
μακροβιότητος GEN.SG FEM 18
μακροβιότητός GEN.SG FEM 2
μακροβιότητοϲ GEN.SG FEM 1