συναγωνιστής NOUN

Count: 113

ShortDef

one who shares with

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (συναγωνιστής)
LSJ (συναγωνιστής)
Middle Liddell (συναγωνιστής)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

συναγωνιστής (ADJ) 3

Form List

form parse count
συναγωνιστὴς NOM.SG MASC 16
συναγωνιστής NOM.SG MASC 3
ϲυναγωνιϲτὴϲ NOM.SG MASC 1
συναγωνιστὴν ACC.SG MASC 18
συναγωνιστοῦ GEN.SG MASC 2
συναγωνιστῇ DAT.SG MASC 10
συναγωνισταὶ NOM.PL MASC 2
συναγωνιστὰς ACC.PL MASC 40
συναγωνιστάς ACC.PL MASC 7
ϲυναγωνιϲτὰϲ ACC.PL MASC 1
ϲυναγωνιϲτάϲ ACC.PL MASC 1
ξυναγωνιστὰς ACC.PL MASC 1
συναγωνιστῶν GEN.PL MASC 2
συναγωνισταῖς DAT.PL MASC 8
ϲυναγωνιϲτάϲ ACC.PL FEM 1