κωμῳδιοποιός NOUN

Count: 82

ShortDef

No short def.

Dictionaries

LSJ (κωμῳδιοποιός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

κωμῳδιοποιός (ADJ) 7
κωμῳδιοποιός (VERB) 1

Form List

form parse count
κωμῳδιοποιὸς NOM.SG MASC 41
κωμῳδιοποιός NOM.SG MASC 8
Κωμῳδιοποιόϲ NOM.SG MASC 1
κωμῳδιοποιὸϲ NOM.SG MASC 1
κωμῳδιοποιος NOM.SG MASC 1
κωμῳδιοποιὸν ACC.SG MASC 9
κωμῳδιοποιόν ACC.SG MASC 1
κωμῳδιοποιοῦ GEN.SG MASC 8
κωμῳδιοποιῷ DAT.SG MASC 1
κωμῳδιοποιοὶ NOM.PL MASC 3
κωμῳδιοποιοὺς ACC.PL MASC 2
κωμῳδιοποιῶν GEN.PL MASC 5
κωμῳδιοποιοῖς DAT.PL MASC 1