διανοητικός ADJ

Count: 288

ShortDef

of or for thinking, intellectual

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (διανοητικός)
LSJ (διανοητικός)
Middle Liddell (διανοητικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

διανοητικός (ADV) 4
διανοητικός (NOUN) 3
διανοητικός (VERB) 1

Form List

form parse count
διανοητικός NOM.SG MASC 7
διανοητικὸς NOM.SG MASC 2
διανοητικὸν ACC.SG MASC 6
διανοητικοῦ GEN.SG MASC 1
διανοητικῷ DAT.SG MASC 2
διανοητικοί NOM.PL MASC 1
διανοητικούς ACC.PL MASC 2
διανοητικοὺς ACC.PL MASC 1
διανοητικοῖς DAT.PL MASC 1
διανοητικὴ NOM.SG FEM 45
διανοητική NOM.SG FEM 21
διανοητικὴν ACC.SG FEM 10
διανοητικήν ACC.SG FEM 8
Διανοητικὴν ACC.SG FEM 2
διανοητικῆς GEN.SG FEM 15
διανοητικοῦ GEN.SG FEM 1
διανοητικῇ DAT.SG FEM 11
διανοητικαὶ NOM.PL FEM 7
διανοητικαί NOM.PL FEM 5
διανοητικὰς ACC.PL FEM 10
διανοητικάς ACC.PL FEM 7
διανοητικῶν GEN.PL FEM 10
διανοητικαῖς DAT.PL FEM 2
διανοητικόν NOM.SG NEUT 18
διανοητικὸν NOM.SG NEUT 9
διανοητικὸν ACC.SG NEUT 21
διανοητικόν ACC.SG NEUT 12
διανοητική ACC.SG NEUT 1
διανοητικοῦ GEN.SG NEUT 32
διανοητικῷ DAT.SG NEUT 10
διανοητικὰ NOM.PL NEUT 2
διανοητική᾿ ACC.PL NEUT 1
διανοητικῶν GEN.PL NEUT 4
διανοητικοῖς DAT.PL NEUT 1