ἀδιαίρετος ADV
Count: 48
ShortDef
undivided
Dictionaries
Cambridge Greek Lexicon (ἀδιαίρετος)
LSJ (ἀδιαίρετος)
Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)
ἀδιαίρετος
(ADJ)
1,450
ἀδιαίρετος
(NOUN)
82
ἀδιαίρετος
(VERB)
15
ἄδιαίρετος
(ADJ)
1
αδιαίρετος
(ADJ)
1
αδιαιρετος
(ADJ)
1
ἀδιάιρετος
(ADJ)
1
Form List
form | parse | count |
---|---|---|
ἀδιαιρέτως | INDECL | 46 |
ἀδιαιρέτωϲ | INDECL | 2 |