μεταμέλεια NOUN

Count: 196

ShortDef

change of purpose, regret, repentance

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μεταμέλεια)
LSJ (μεταμέλεια)
Lexicon Thucydideum (μεταμέλεια)
Middle Liddell (μεταμέλεια)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

μεταμέλεια (VERB) 6
μεταμέλεια (NOUN) 2

Form List

form parse count
μεταμέλεια NOM.SG FEM 33
μεταμέλειά NOM.SG FEM 5
Μεταμέλεια NOM.SG FEM 3
μεταμέλειαν ACC.SG FEM 40
μεταμέλειαν> ACC.SG FEM 1
Μεταμέλειαν ACC.SG FEM 1
μεταμελείας GEN.SG FEM 55
μεταμελείαϲ GEN.SG FEM 2
μεταμελείᾳ DAT.SG FEM 37
μεταμελίῃ DAT.SG FEM 1
Μεταμέλεια VOC.SG FEM 1
μεταμέλειαι NOM.PL FEM 1
μεταμελείας ACC.PL FEM 10
μεταμελειῶν GEN.PL FEM 1
μεταμελείαις DAT.PL FEM 4
μεταμελεία ACC.PL NEUT 1