περιβόητος ADJ

Count: 401

ShortDef

noised abroad, much talked of, famous

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (περιβόητος)
LSJ (περιβόητος)
Lexicon Thucydideum (περιβόητος)
Middle Liddell (περιβόητος)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

περιβόητος (ADV) 2
περιβόητος (VERB) 4
περιβοητός (VERB) 1
περιβόητος (NOUN) 1

Form List

form parse count
περιβόητος NOM.SG MASC 57
πολυθρύλλητος NOM.SG MASC 10
περιβόητοϲ NOM.SG MASC 6
πολυθρύλητος NOM.SG MASC 4
περιβόητός NOM.SG MASC 2
περιβόητον ACC.SG MASC 21
πολυθρύλητον ACC.SG MASC 8
πολυθρύλλητον ACC.SG MASC 7
περιβοήτου GEN.SG MASC 6
περιβοήτῳ DAT.SG MASC 3
περιβόητοι NOM.PL MASC 12
πολυθρύλλητοι NOM.PL MASC 1
περιβοήτους ACC.PL MASC 7
περιβοήτουϲ ACC.PL MASC 1
περιβοήτων GEN.PL MASC 6
περιβόητος NOM.SG FEM 16
πολυθρύλητος NOM.SG FEM 7
πολυθρύλλητος NOM.SG FEM 7
πολυθρύλητοϲ NOM.SG FEM 1
πολυθρύλλητοϲ NOM.SG FEM 1
περιβόητον ACC.SG FEM 57
πολυθρύλλητον ACC.SG FEM 13
πολυθρύλητον ACC.SG FEM 9
Περιβόητον ACC.SG FEM 1
περιβοήτου GEN.SG FEM 13
περιβοήτῳ DAT.SG FEM 2
περιβόητοι NOM.PL FEM 6
πολυθρύλλητοι NOM.PL FEM 1
περιβοήτους ACC.PL FEM 8
πολυθρύλητον NOM.SG NEUT 17
περιβόητον NOM.SG NEUT 14
πολυθρύλλητον NOM.SG NEUT 7
περιβόητον ACC.SG NEUT 28
πολυθρύλητον ACC.SG NEUT 17
πολυθρύλλητον ACC.SG NEUT 11
περιβοήτου GEN.SG NEUT 5
περιβοήτων GEN.PL NEUT 7
περιβοήτοις DAT.PL NEUT 2