ταξίαρχος NOUN

Count: 342

ShortDef

the commander of a squadron

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (ταξίαρχος)
LSJ (ταξίαρχος)
Anabasis Mather (ταξίαρχος)
Lexicon Thucydideum (ταξίαρχος)
Middle Liddell (ταξίαρχος)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

ταξίαρχος (VERB) 2

Form List

form parse count
ταξίαρχος NOM.SG MASC 34
ταξίαρχοϲ NOM.SG MASC 3
ταξιάρχης NOM.SG MASC 2
ϲτρατιωτῶν NOM.SG MASC 1
Ταξίαρχοϲ NOM.SG MASC 1
ταξίαρχον ACC.SG MASC 26
ταξιάρχην ACC.SG MASC 1
ταξιάρχου GEN.SG MASC 10
ταξιάρχῳ DAT.SG MASC 9
ταξιάρχῃ DAT.SG MASC 2
ταξίαρχοι NOM.PL MASC 43
ταξίαρχοί NOM.PL MASC 3
ταξιάρχαι NOM.PL MASC 3
ταξίαρχοἰ NOM.PL MASC 1
ταξιάρχους ACC.PL MASC 70
ταξιάρχας ACC.PL MASC 8
Ταξιάρχους ACC.PL MASC 1
ταξιάρχουϲ ACC.PL MASC 1
ταξιάρχων GEN.PL MASC 43
ϲτρατιωτῶν GEN.PL MASC 39
ταξιάρχοις DAT.PL MASC 21
ταξιάρχαις DAT.PL MASC 8
Ταξιάρχοις DAT.PL MASC 2
Ταξιάρχοιϲ DAT.PL MASC 1
ταξίαρχοι VOC.PL MASC 1
ταξίαρχοί VOC.PL MASC 1
ταξιάρχῃ DAT.SG FEM 1
ταξιάρχαι NOM.PL FEM 2
ταξιάρχαϲ ACC.PL FEM 1
Ταξιάρχαιϲ DAT.PL FEM 2
ταξιάρχαιϲ DAT.PL FEM 1