δικτάτωρ NOUN

Count: 260

ShortDef

dictator

Dictionaries

LSJ (δικτάτωρ)
Middle Liddell (δικτάτωρ)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

δικτατωρ (NOUN) 1
δικτάτωρ (ADJ) 3

Form List

form parse count
δικτάτωρ NOM.SG MASC 108
δικτάτορα ACC.SG MASC 45
δικτάτωρα ACC.SG MASC 15
δικτάτορά ACC.SG MASC 2
δικτάτωρά ACC.SG MASC 1
δικτάτορος GEN.SG MASC 45
δικτάτωρος GEN.SG MASC 8
δικτάτορός GEN.SG MASC 1
δικτάτορι DAT.SG MASC 11
δικτάτωρι DAT.SG MASC 4
δικτάτωρ DAT.SG MASC 1
δικτάτορες NOM.PL MASC 3
δικτάτωρες NOM.PL MASC 1
δικτάτορας ACC.PL MASC 7
δικτάτωρας ACC.PL MASC 3
δικτάτωρσιν DAT.PL MASC 3
δικτάτωρσι DAT.PL MASC 1
δικτάτορα ACC.SG FEM 1