στερητικός ADJ

Count: 755

ShortDef

having a negative quality

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (στερητικός)
LSJ (στερητικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

στερητικός (ADV) 29
στερητικός (NOUN) 30
στερητικός (VERB) 1

Form List

form parse count
στερητικὸς NOM.SG MASC 32
στερητικός NOM.SG MASC 8
στερητικὸν ACC.SG MASC 5
στερητικοῦ GEN.SG MASC 10
στερητικῷ DAT.SG MASC 4
στερητικοὶ NOM.PL MASC 8
στερητικοί NOM.PL MASC 5
στερητικοὺς ACC.PL MASC 1
στερητικούς ACC.PL MASC 1
στερητικῶν GEN.PL MASC 7
στερητικὴ NOM.SG FEM 110
στερητική NOM.SG FEM 20
στερητικός NOM.SG FEM 2
στερητικη NOM.SG FEM 1
στερητικὴν ACC.SG FEM 33
στερητικήν ACC.SG FEM 5
στερητικῆς GEN.SG FEM 87
στερητικης GEN.SG FEM 1
στερητικὴς GEN.SG FEM 1
στερητικῇ DAT.SG FEM 7
στερητικαὶ NOM.PL FEM 24
στερητικαί NOM.PL FEM 17
στερητικὰς ACC.PL FEM 15
στερητικάς ACC.PL FEM 3
στερητικῶν GEN.PL FEM 8
στερητικαῖς DAT.PL FEM 3
στερητικὸν NOM.SG NEUT 97
στερητικόν NOM.SG NEUT 67
στερητικὸν> NOM.SG NEUT 1
στερητικόν> NOM.SG NEUT 1
στερητικὸν ACC.SG NEUT 33
στερητικόν ACC.SG NEUT 6
στερητικοῦ GEN.SG NEUT 70
στερητικῷ DAT.SG NEUT 2
στερητικὰ NOM.PL NEUT 14
στερητικά NOM.PL NEUT 5
στερητικοῦ NOM.PL NEUT 1
στερητικὰ ACC.PL NEUT 4
στερητικά ACC.PL NEUT 1
στερητικῶν GEN.PL NEUT 28
στερητικοῖς DAT.PL NEUT 7