μεσότης NOUN

Count: 893

ShortDef

a middle

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μεσότης)
LSJ (μεσότης)
Middle Liddell (μεσότης)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

μεσότης (ADJ) 229
μεσότης (VERB) 4
μεσοτης (NOUN) 1
μεσότης (NOUN) 3

Form List

form parse count
μεσότητές NOM.PL MASC 4
Μεσότητες NOM.PL MASC 1
μεσότης NOM.SG FEM 372
Μεσότης NOM.SG FEM 5
ʽμεσότης NOM.SG FEM 1
μεσότητα ACC.SG FEM 88
μεσότησιν ACC.SG FEM 3
μεσότητά ACC.SG FEM 1
μεσότητ ACC.SG FEM 1
Μεσότητα ACC.SG FEM 1
μεσότητος GEN.SG FEM 152
μεσότης GEN.SG FEM 16
μεσότητός GEN.SG FEM 10
Μεσότητος GEN.SG FEM 7
μεσότητι DAT.SG FEM 120
μεσότητί DAT.SG FEM 12
Μεσότητι DAT.SG FEM 4
μεσότητες NOM.PL FEM 20
μεσότητές NOM.PL FEM 9
μεσότητας ACC.PL FEM 42
μεσότης ACC.PL FEM 7
μεσότητάς ACC.PL FEM 1
μεσότη ACC.PL FEM 1
μεσοτήτων GEN.PL FEM 2
μεσότησιν DAT.PL FEM 7
μεσότησι DAT.PL FEM 6