διάστημα NOUN

Count: 3,882

ShortDef

an interval

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (διάστημα)
LSJ (διάστημα)
Middle Liddell (διάστημα)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

διάστημα (ADJ) 22
διάστημα (VERB) 13
διαστήμα (NOUN) 3
διαστήμα (VERB) 1
διάστημα (ADV) 2
διαστημα (NOUN) 2
δίαστημα (NOUN) 3
διαστήμα (ADV) 1

Form List

form parse count
διάστημα NOM.SG MASC 6
διαστήματιος NOM.SG MASC 1
διάστημα ACC.SG MASC 2
διάστημα GEN.SG MASC 1
διάστηῳ DAT.SG MASC 1
διάστημα VOC.SG MASC 1
διαστάτων GEN.PL MASC 1
διστημάταων GEN.PL MASC 1
διαστημάτεσσι DAT.PL MASC 2
διαστήμασίν DAT.PL MASC 2
διαστήματι DAT.SG FEM 1
διάστημα25 ACC.PL FEM 1
διαστημάτεσσι DAT.PL FEM 1
διάστημα NOM.SG NEUT 805
διάστημά NOM.SG NEUT 74
Διάστημα NOM.SG NEUT 7
διάστημ NOM.SG NEUT 3
διάστημʼ NOM.SG NEUT 2
<διάστημα> NOM.SG NEUT 1
διάστῆμα NOM.SG NEUT 1
διάστημα ACC.SG NEUT 1,052
διάστημά ACC.SG NEUT 36
διάστημʼ ACC.SG NEUT 4
διάστημ ACC.SG NEUT 2
διάστημμα ACC.SG NEUT 1
διαστημά ACC.SG NEUT 1
διαστήματος GEN.SG NEUT 639
διαστήματός GEN.SG NEUT 21
διαστήματὸς GEN.SG NEUT 2
διαστήματιος GEN.SG NEUT 1
διαστή|ματος GEN.SG NEUT 1
διαστήματι DAT.SG NEUT 374
διαστήματί DAT.SG NEUT 2
διαστήνματι DAT.SG NEUT 1
διαστήματα NOM.PL NEUT 141
διαστήματά NOM.PL NEUT 6
διαστήματα ACC.PL NEUT 269
διαστήματά ACC.PL NEUT 7
Διαστήματα ACC.PL NEUT 4
διαστημάτων GEN.PL NEUT 278
διαστηάτων GEN.PL NEUT 1
διστημάτων GEN.PL NEUT 1
διαστήμασιν DAT.PL NEUT 70
διαστήμασι DAT.PL NEUT 51
διαστήμασί DAT.PL NEUT 2
διαστήμασίν DAT.PL NEUT 1