προσεξανίσταμαι VERB

Count: 1

ShortDef

to rise up to

Dictionaries

LSJ (προσεξανίσταμαι)
Middle Liddell (προσεξανίσταμαι)

Form List

form parse count
προσεξαναστὰς AOR ACT NOM.SG MASC PTCP 1