κωμῳδιογράφος NOUN

Count: 3

ShortDef

comic writer

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (κωμῳδιογράφος)
LSJ (κωμῳδιογράφος)

Masculine

 SGDUPLTOTAL
NOM 1
ACC 1
GEN 1
DAT
VOC
TOTAL 3  

Form List

form parse count
κωμῳδιογράφος NOM.SG MASC 1
κωμῳδιογράφον ACC.SG MASC 1
κωμῳδιογράφου GEN.SG MASC 1