καταποντιστής NOUN

Count: 25

ShortDef

one who throws into the sea

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (καταποντιστής)
LSJ (καταποντιστής)

Form List

form parse count
καταποντιστὴς NOM.SG MASC 2
καταποντιστής NOM.SG MASC 1
καταποντιστήν ACC.SG MASC 1
καταποντισταὶ NOM.PL MASC 3
καταποντιστὰς ACC.PL MASC 7
καταποντιστῶν GEN.PL MASC 9
καταποντισταῖς DAT.PL MASC 2