καταπληκτικός ADV

Count: 30

ShortDef

striking, astonishing

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (καταπληκτικός)
LSJ (καταπληκτικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

καταπληκτικός (ADJ) 61

Form List

form parse count
καταπληκτικῶς INDECL 30