χειροτεχνικός ADV

Count: 1

ShortDef

of or for handicraft, skilful

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (χειροτεχνικός)
LSJ (χειροτεχνικός)
Middle Liddell (χειροτεχνικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

χειροτεχνικός (ADJ) 6

Form List

form parse count
χειροτεχνικῶς INDECL 1