νυκτερευτικός ADJ

Count: 1

ShortDef

fit for hunting by night

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (νυκτερευτικός)
LSJ (νυκτερευτικός)
Middle Liddell (νυκτερευτικός)

Feminine

 SGDUPLTOTAL
NOM
ACC 1
GEN
DAT
VOC
TOTAL 1  

Form List

form parse count
νυκτερευτικὰς ACC.PL FEM 1