γαλακτοπότης NOUN

Count: 4

ShortDef

a milk-drinker

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (γαλακτοπότης)
LSJ (γαλακτοπότης)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

γαλακτοπότης (ADJ) 2

Masculine

 SGDUPLTOTAL
NOM 2
ACC
GEN
DAT 1
VOC 1
TOTAL 1 3  

Form List

form parse count
γαλακτοπότας NOM.SG MASC 1
γαλακτοπόται NOM.PL MASC 1
γαλακτοπόταις DAT.PL MASC 1
γαλακτοπόται VOC.PL MASC 1