συνδιαιτητής NOUN

Count: 7

ShortDef

a joint arbitrator

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (συνδιαιτητής)
LSJ (συνδιαιτητής)

Masculine

 SGDUPLTOTAL
NOM 2
ACC
GEN 5
DAT
VOC
TOTAL 2 5  

Form List

form parse count
συνδιαιτητής NOM.SG MASC 1
συνδιαιτητὴς NOM.SG MASC 1
συνδιαιτητῶν GEN.PL MASC 5