μισθοφορικός ADV

Count: 1

ShortDef

mercenary

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (μισθοφορικός)
LSJ (μισθοφορικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

μισθοφορικός (ADJ) 12

Form List

form parse count
μισθοφορικῶς INDECL 1