πνευματικός ADV

Count: 58

ShortDef

of spirit, spiritual

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (πνευματικός)
LSJ (πνευματικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

πνευματικος (ADJ) 1
πνευματικός (ADJ) 693
Πνευματικός (ADJ) 1

Form List

form parse count
πνευματικῶς INDECL 58