ἀναιρετικός ADV

Count: 2

ShortDef

destructive

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (ἀναιρετικός)
LSJ (ἀναιρετικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

ἀναιρετικός (ADJ) 40
Ἀναιρετικός (ADJ) 1

Form List

form parse count
ἀναιρετικῶς INDECL 2